Η θερμοκρασία παίζει σημαντικό ρόλο και είναι καθοριστική για την κατανάλωση του κρασιού. Η σωστή θερμοκρασία σερβιρίσματος διαφοροποιείται τόσο ανάλογα με την ποικιλία όσο και με τον τύπο του. Η θερμοκρασία στην οποία σερβίρεται κάθε κρασί έχει καταλυτική επίδραση στη γεύση του, καθώς επίσης και στο άρωμα του. Αν σερβιριστεί πολύ ζεστό, το αλκοόλ του κρασιού εξατμίζεται αφήνοντας το επίπεδο και πλαδαρό, ενώ αν σερβιριστεί πολύ κρύο, εξουδετερώνονται τα αρώματά του λόγω χαμηλής θερμοκρασίας.
Ο γενικός κανόνας ορίζει ότι ένα λευκό κρασί πρέπει να είναι δροσερό αλλά όχι παγωμένο για να μην εξουδετερώνονται τα αρώματά του αντίστοιχα ένα κόκκινο δεν πρέπει να σερβίρεται κρύο αλλά σε θερμοκρασία δωματίου.
Λευκά, Ροζέ, Κόκκινα, Αφρώδη και Γλυκά κρασιά
Λευκά Ελαφριά/Μετρίου σώματος: σερβίρουμε στους 9–100C για να αναδείξουμε την φρεσκάδα και την ευχάριστη υπόξινη γεύση (ποικιλίες όπως Σαββατιανό, Ροδίτης, Μοσχοφίλερο, Μαλαγουζιά, Βιδιανό, Ρομπόλα κ.α).
Λευκά Γεμάτα/Παλαίωσης: σερβίρουμε στους 110C για να αναδείξουμε την πολυπλοκότητα των αρωμάτων και του χαρακτήρα (ποικιλίες όπως Ασύρτικο, Chardonnay)
Αφρώδη και Γλυκά κρασιά: σερβίρουμε στους 6–80C, στα αφρώδη η ψύξη διατηρεί τις φυσαλίδες, ενώ στα γλυκά δίνει ισορροπία μεταξύ των αρωματων και της γλυκύτητας.
Ροζέ: Αγαπούν τη δροσιά. Σερβίρουμε στους 9–100C με αποτέλεσμα να αναδεικνύονται τα φρουτώδη αρώματα.
Ελαφριά Φρουτώδη Κόκκινα: ιδανικά γύρω στους 140C όπως για παράδειγμα ένα Beaujolais ή ένα φρέσκο Αγιωργίτικο.
Μετρίου σώματος Κόκκινα: η θερμοκρασία κυμαίνεται από τους 14–160C και σε αυτή την κατηγορία μπορείς να συναντήσεις ένα Λημνιό, ένα Merlot, μια Μανδηλαριά ή ένα Κοτσιφάλι.
Πλούσια Κόκκινα: η θερμοκρασία εδώ ανεβαίνει στους 17-180C. Η θερμοκρασία αυτή ονομάζεται και «θερμοκρασία δωματίου» και είναι ιδανική διότι αναδεικνύει τέλεια τα έντονα αρώματα των κρασιών ενώ παράλληλα δεν αφήνει τις τανίνες (συστατικά του κόκκινου κρασιού υπεύθυνα για τη στυφή του γεύση) να κυριαρχήσουν (ποικιλίες όπως Cabernet Sauvignon, Syrah, Sangiovese, Ξινόμαυρο)